Τα υλικά έχουν μνήμη, λένε. Κι αυτά -τα κτίρια του Πειραιά δηλαδή-, που σφιχταγκαλιάζονται σε γειτονιές του κέντρου, του λιμανιού, της Καστέλλας έχουν τη δική τους.
Νεοκλασική, εκλεκτικιστική, αρχιτεκτονική του Μεσοπολέμου, βιομηχανική και σύγχρονη αρχιτεκτονική συνυπάρχουν στην πόλη.
Πάνω στα κτίρια ο χρόνος έχει αφήσει τα ίχνη από το πέρασμα γενεών ανθρώπων, από όλες τις φυλές και τα κοινωνικά στρώματα που τα σχεδίασαν και τα κατοίκησαν. Κι έτσι τα κτίρια μπορούν και αφηγούνται ιστορίες. Άκουσέ τις…
Ο Πειραιάς μετά την Απελευθέρωση είναι μια σχεδόν έρημη χερσόνησος με ελάχιστους κατοίκους. Ως Δήμος ανακηρύσσεται το 1834 και έναν χρόνο αργότερα, οι αρχιτέκτονες Σταμάτης Κλεάνθης και Eduard Shaubert καταθέτουν το πρώτο πολεοδομικό σχέδιο. Ήταν τότε που θεωρούσαν ότι η πόλη θα μπορούσε να γίνει πρωτεύουσα του νεοσύστατου Ελληνικού κράτους, λόγω του λιμανιού της. Όμως, ο Λουδοβίκος, πατέρας του ‘Οθωνα, προέταξε ως πρωτεύουσα την Αθήνα. Το σχέδιο πάντως εγκρίνεται το 1838. Σημεία αναφοράς στην πρώτη μικρή πόλη είναι το Τελωνείο και αργότερα η Κεντρική Δημοτική Αγορά, το Χρηματιστήριο Εμπορευμάτων που καθιερώθηκε να ονομάζεται Ρολόι, ο Άγιος Νικόλαος των Υδραίων, η Αγία Τριάδα, το μοναστήρι του Αγίου Σπυρίδωνα, η καθολική εκκλησία του Αγίου Παύλου και διάφορες πλατείες (‘Οθωνος, Θεμιστοκλέους κ.α.). Γύρω από τις εκκλησίες θα γίνουν συνοικισμοί.
Η βιομηχανική ανάπτυξη του λιμανιού τον 19ο αιώνα θα αλλάξει, λοιπόν, σταδιακά το πρόσωπο της πόλης. Θα δημιουργηθεί μια ανώτερη και εύπορη κοινωνική τάξη (η οποία από νωρίς θα επενδύσει στην αγορά μεγάλων εκτάσεων), παράλληλα με την εργατική τάξη και τους πρόσφυγες. Το «αποτύπωμα» της συνύπαρξής τους, η μεσοαστική, μικροαστική και λαϊκή αρχιτεκτονική, θα δημιουργήσουν ένα παζλ που ακόμη το μελετούν με ενδιαφέρον ο πολεοδόμοι και οι αρχιτέκτονες.
Μεταξύ 1840-1940 στον Πειραιά θα κατασκευαστούν χιλιάδες κτίρια. Ανάμεσά τους επιβλητικά δημόσια κτίρια, μέγαρα, βίλες που αποτυπώνουν τη δύναμη, το κύρος, την ευμάρεια και την αισθητική των εφοπλιστών, των τραπεζιτών, των πολιτικών που θα τα κατοικήσουν. Έχουν κυρίως νεοκλασικές και εκλεκτικιστικές επιρροές, αφού ακολουθούν τα πρότυπα των Ευρωπαϊκών κρατών. Η άνθιση αυτή θα κληροδοτήσει στην πόλη εμβληματικά οικοδομήματα, όπως το Δημοτικό θέατρο, το Χατζηκυριάκειο, η Σχολή Ναυτικών Δοκίμων, οι νεοκλασικές βίλες που θα ανακαλύψεις περιδιαβαίνοντας στην Καστέλλα και άλλα πολλά που είτε έχουν αναστηλωθεί, ή παραμένουν ερειπωμένα. Ο Βαυαρός αρχιτέκτονας Έρνεστ Τσίλερ θα βάλει την υπογραφή του σε κάποια από αυτά, όπως και ο Ι. Λαζαρίμος.
Από την άλλη, υπάρχουν οι «ταπεινές» γειτονιές. Των προσφύγων -σε περιοχές όπως το Μικρολίμανο, το Χατζηκυριάκειο, η Νέα Καλλίπολη-, και των εργατών που έχουν εγκατασταθεί γύρω από τις βιομηχανίες. Που έχουν και αυτές την ιδιαίτερη δική τους βιομηχανική αρχιτεκτονική.
Όλα στη συνέχεια θα μεταλλαχθούν ακολουθώντας τον ρου της ιστορίας της πόλης. Και όταν τα φώτα της σκηνής σβήσουν, θα παρακμάσουν. Για να ξαναζήσουν στον 21ο αιώνα ως μέρος των σχεδίων των αναπλάσεων, όπως έχει συμβεί σε όλες τις μεγάλες πόλεις του κόσμου.
Άνθρωποι και κτίρια. Θάλασσα και στεριά.
Για να καταλάβεις το σύνθετο αρχιτεκτονικό παζλ που αντικρύζεις περπατώντας σε αυτή την πόλη σκέψου την εικόνα αυτή: Ένα πολύβουο μελίσσι αντίκρυ στο νερό με γενιές ανθρώπων που έκαναν τον Πειραιά πατρίδα τους, βίωσαν τα ιστορικά γεγονότα, τον πλούτο, την παρακμή, τον πόλεμο, τους βομβαρδισμούς του Β’ παγκόσμιου πολέμου, την εξέλιξη, τις κατεδαφίσεις, τις αναπαλαιώσεις.
Για να κατανοήσεις αυτή την πόλη πρέπει να αντιληφθείς και κάτι ακόμη: Στην αρχιτεκτονική του Πειραιά δεν υπάρχουν όρια και αυστηρές γραμμές. Δεν υπάρχει ενιαίο πολεοδομικό σχέδιο και αρχιτεκτονικό ύφος. Το κάθε τι συνυπάρχει με το άλλο. Και με κάποιον παράξενο τρόπο η πόλη-λιμάνι που θα εξερευνήσεις καταφέρνει να σε μαγεύει. Να σε πιάνει …στα δίχτυα της.
Γιατί η παράξενη γοητεία αυτού του πολύ-πολιτισμικού μίγματος μόνο με μια λέξη αποδίδεται τελικά: Αύρα!